11
Mar 10

Οι κανονικοί άνθρωποι

Έσιει ανθρώπους που άμα ακούν μουσική κλαμουρίζουνται. Ακόμα τζιαι άμα ακούν κοινότυπα, χιλιοειπωμένα τραγούδια που μιλούν για τα ίδια τζιαι τα ίδια. Σάννα τζιαι ένα δάκτυλο πατά ένα κουμπί στην ψυσιή τους.

Επίσης, έσιει ανθρώπους, που άμα τρών νιώθουν άσιημα. Ακόμα τζιαι νηστικοί να εν ούλλη μέρα, μόλις βάλουν ένα βούκκο φαι μες το στόμα τους, νιώθουν ότι εν λαίμαργοι τζιαι ότι εν έπρεπε να φαν επειδή εννα πασιήνουν. Έσιει τζιαι κάποιους που άμα κάτσουν να φάν, τρών σάννα τζιαι εν θα ξαναφάν ποττέ στην ζωή τους. Τζιαι εν εντάξει.

Ξέρω επίσης, ότι κάποιοι άνθρωποι, μινήσκουν μόνοι τους στο σπίτι τζιαι κάθουνται ούλλη νύχτα μπροστά που μια οθόνη. Τζιαι ότι δείχνει καταπίνουν το σαν το ναρκωτικό. Μόνοι τους. Αλλά εν τους ενοχλεί. Επειδή, νιώθουν ότι εν μπορούν χειριστούν τον κόσμο έξω τζιαι προτιμούν να ακούν τζιαι να θωρούν παθητικά. Έτσι τους αρέσκει όμως.

Υπάρχουν άνθρωποι, που νομίζουν ότι εν οι θεοί του σεξ. Τζιαι παν κάθε νύχτα έξω με σκοπό να έβρουν κάποιο ή κάποια τζιαι να τους το αποδείξουν. Τζιαι άμα εν τα καταφέρουν, μαραζώνουν τζιαι νιώθουν ανίκανοι. Κάποιοι άλλοι, νομίζουν ότι έννεν καλοί τζιαι απλά αποφεύγουν όσο μπορούν να το κάμνουν. Φοούνται ότι εννα το ανακαλύψει ο κόσμος τζιαι εννα τους περιπαίζει. Άλλοι απλά βαρκούνται το τζιαι προτιμούν να διαβάζουν.

Έσιει πλάσματα, που εν πάντα νευριασμένα, που εν πάντα αγχωμένα με την δουλεία, με το σπίτι, την οικογένεια. Που αν τους πίαεις που την μούττη εννα εκραγούν τζιαι όποτε κάτσουν να πνάσουν, διερωτούνται τί θα γίνει, αν η αυριανή μέρα έννεν όπως την υπολογίζουν. Κάποιοι που τούτους απότυχαν τζιαι η ζωή εγονάτισε πάνω στα ζηνίσια τους, όπως τον βοσκό που μάσιετε να σφάξει το αρνί. Εν είχαν άλλη επιλογή όμως τζιαι επροσπαθήσαν να ξανασταθούν στα πόθκια τους.

Κάποιοι, ζουν μια δεύτερη ζωή. Που ο ήρωας εν ο εαυτός τους. Αλλά στην ζωή τζείνη, εν παν κάθε μέρα δουλεία. Ούτε τζιαι βουρούν τους οι τράπεζες για να πιερώσουν την δόση τους. Γυρίζουν τον κόσμο άνεννοιας τζιαι εν έτοιμοι να κάμουν τα πάντα χωρίς να σκέφτουνται τα ρίσκα τζιαι τες συνέπειες.

Έσιει τζιαι κάποιους ανάμεσα μας, που άμα ακούσουν ότι εσυνέβηκε κάτι καλό στους άλλους, βαθκιά μέσα τους ζηλεύκουν. Επειδή νιώθουν ότι κάτι τέθκοιο εν θα τους συμβεί ποττέ. Εν το δείχνουν όμως τζιαι διούν συγχαρητήρια τζιαι προσπαθούν όσο μπορούν να εν χαρούμενοι για την ευτυχία των άλλων. Τζιαι εν υποκρίνουνται, απλά εύχονται να εσυνέβαινε τζιαι σε τζείνους κάποτε κάτι παρόμοιο.

Υπάρχουν ανθρώποι, που εν θα σου πουν ποττέ, σ’ αγαπώ. Φίλοι σου, συγγενείς σου, σύντροφοι σου. Έστω τζιαι αν μέσα τους, ξέρουν το ότι αγαπούν σε παραπάνω που την ζωή τους τζιαι εννα εδιούσαν τα πάντα για σένα. Η λέξη τούτη δυσκολεύκεται να φκεί που το στόμα τους αλλά εν γραμμένη πάνω στες πράξεις τους.

Κάποιοι, εν οι μεγαλύτεροι επιστήμονες στον κόσμο αλλά εν το ξέρουν, άλλοι έχουν μια ιδέα που μπορεί να αλλάξει το σύμπαν αλλά εν το λαλούν επειδή φοούνται ότι εν ηλίθια, μερικοί εν σπουδαίοι συγγραφείς αλλά ότι γράφουν φυλάουν το στα συρτάρκα τους τζιαι εν το θκιαβάζει ποττέ κανένας. Ούλλοι εννα πεθάνουν μια μέρα τζιαι εν θα μάθουμε ποττέ ούτε ποιοι ήταν, ούτε τι εννα εμπορούσαν να κάμουν.

Είπαν μου ότι υπάρχουν τζιαι άνθρωποι που εν κανονικοί, σαν τζείνους που θωρούμε στην τηλεόραση, αλλά εν εγνώρισα ποττέ κανένα που κοντά. ..


04
Mar 10

Η Γραμματέας

Η ιστορία που ακολουθεί είναι αληθινή.

Δεν είμουν μάρτυρας εγώ όμως των καταστάσεων που θα περιγράψω πιο κάτω. Την ιστορία την άκουσα απο κάποιο αδελφικό μου φίλο ο οποίος ήταν υπάλληλος στην εταιρεία που περιγράφω.

Τα πρόσωπα και οι τοποθεσίες έχουν τροποποιηθεί. Οι καταστάσεις και τα τεκτενόμενα όμως, δυστηχώς είναι πέρα για πέρα πραγματικά.

Στο διαφημιστικό γραφείο του Μιλτιάδη, ο Βαγγέλης εδούλεφκε βοηθός γραφίστα. Εν ήταν ακριβώς η δουλεία των ονείρων του, αλλά ήταν ένα εισόδημα που τον εσυντηρούσε ώσπου να έβρει τζείνο που πραγματικά ήθελε να κάμνει.

Το καλοκαίρι, η δουλειά εν πεσμένη. Ο παραπάνω κόσμος εν με διακοπές, οπόταν εν θωρεί πολλή τηλεόραση, έτσι τζιαι οι απαιτήσεις για διαφημιστικές υπηρεσίες εν λλίες. Τες παραπάνω ώρες στην δουλεία, το καλοκαίρι, ο Βαγγέλης περνά τες μες το ιντερνετ.

Μια μέρα σαν τες υπόλοιπες του καλοκαιριού, ο Βαγγέλης, εκάθετουν στο γραφείο του τζιαι φτιάχνοντας μπάλες με τες κόλλες του πρίντερ, έπαιζε μπάσκετ, χρησιμοποιώντας τον κάλαθο των αχρήστων που ήταν στον απέναντι τοίχο, για μπασκέτα.

Την ώρα που εκτύπησε το κουδούνι της εισόδου, ο Βαγγέλης ισορροπούσε την καρέκλα του στους δύο πίσω τροχούς τζιαι με το ένα χέρι εδοκίμαζε να σουτάρει. Επροσεδάφισε, άτσαλα την πλαστική καρέκλα με τις ρόδες τζιαι εσυκώθηκε βαριεστημένα να ανοίξει.

Πριν προλάβει να φτάσει στην έξοδο του γραφείου του, ο Μιλτιάδης ήταν ήδη στην κεντρική είσοδο τζιαι εκαλωσόριζε χαμογελώντας μια όμορφη κοπελιά. Ο Βαγγέλης, εντυπωσιάστηκε παραπάνω με την αντίδραση του Μιλτιάδη, παρά με την κοπέλα. Ο Μιλτιάδης, δεν άφηνε το γραφείο του για κανένα τζιαι για τίποτε. Ο βασικόττερος λόγος που έβαλε την αγγελία στην εφημερίδα, για γραμματέα, ήταν επειδή εβαρκέτουν να συκώννετε να κάμνει καφέ το πρωί. Τζιαι φυσικά για να έσιει κάποιο να μπορεί να διατάζει, αφού οι υπαλλήλοι του δεν τον εβάλλαν υπόψη όσο τζιαι αν εφώναζε.

Ήταν όμως τζιαι τζείνη πραγματικά όμορφη. Όχι πολλά ψηλή, μάλλον αλλοδαπή, σίουρα όχι Ρωσσίδα. Γύρω στα 30. Βαμμένα μαύρα μαλλιά, χτενισμένα άφρο. Ανοιχτά χρώματα, του ανατολικού μπλόκ, τζιαι χείλη έντονα κόκκινα, της δεκαετίας του 80. Το πόδια της επροσπαθούσαν να σκίσουν το στενό τζίν που τα εφυλάκιζε, ενώ το στήθος της , εσήκωνε υποδειγματικά την στενή, κοντή μπλούζα της, για να φαίνεται το σκουλαρίκι που είσιεν στον αφαλό. Το άρωμα της, έκαμνε την καρδιά κάθε αρσενικού να χάννει χτύπους ενώ τα τακκούνια της ανοίγαν τρύπες στην αυτοπεποίθηση κάθε γυναίκας που ήταν γυρώ της.

“Περάστε, περάστε”, είπε ο Μιλτιάδης στην κοπέλα, ενώ στον δρόμο για το γραφείο του, εχαμογέλασε με νόημα στον Βαγγέλη τζιαι είπε αυστηρά “Να μεν με ενοχλήσει κανένας, έχω μίτινγκ”. Ο Βαγγέλης εστραβοκοίταξε τον τζιαι αδιάφορα, επέστρεψε στις προηγούμενες του ασχολίες.

Μετά που δέκα λεπτά, ο Μιλτιάδης άνοιξε την πόρτα του γραφείου τζιαι εβούρησε προς τον Βαγγέλη. Πριν προλάβει να σταματήσει εξεκίνησε να του λαλεί “Είδες την τούτη ρε Βαγγέλη; Αμάναμουμάναμου, ήντα πράμα. Έξερα το ότι εν έτσι που την ώρα που την άκουσα στο τηλέφωνο. Όΐ όπως τες Κυπραίες που έρκουνταν ως τωρά. Τούτη δαμέ εννα μας κάμνει ότι θέλουμε. Τζιαι τον κώλο της εννα τον πίαννουμε, τζιαι αμα θέλουμε “τίποτε παραπάνω” εννα μας το κάμνει. Τζιαι εννα μας κάμνει τζιαι καφέ το πρωί.”

Ο Βαγγέλης εχαμογέλασε αμήχανα τζιαι επροσποιήθηκε ότι έσιει δουλειά για να τον ξεφορτωθεί. Ο Μιλτιάδης επέστρεψε με την ίδια ταχύτητα στο γραφείο του. Όΐ για πολλή ώρα όμως.

Μετά που κανένα τέταρτο, ο Μιλτιάδης τζιαι η κοπέλλα εφκήκαν που το γραφείο. Ούτε ο Μιλτιάδης εφαίνετουν ευχαριστημένος αλλά ούτε τζιαι τζείνη επετούσε που την χαρά της. “Ευχαριστούμε, θα σας ειδοποιήσουμε” είπε ο Μιλτιάδης, τζιαι με ύφος μωρού που το εβάλαν τιμωρία, ακούμπησε στην είσοδο του γραφείου του Βαγγέλη.

“Ε, τι έγινε;” ερώτησε ο Βαγγέλης.

Ο Μιλτιάδης, νευριασμένος, απογοητευμένος τζιαι πνιγμένος που το παράπονο, απάντησε “Θέλει μου τζιαι 600 ευρώ εν την κανούν τα άλλα ούλλα.”


19
Feb 10

Η Αντωνία

"Πρέπει να το ζήσω. Εσκέφτηκα το σοβαρά ". Έτσι του είπε τζιαι εσηκώθηκε που το κρεβάτι του.

Εκοντοστάθηκε στην πόρτα, "Ρε Αντρέα μου, εγίνηκε τζιαι η σχέση μας μονότονη. Πότε σπίτι σου, πότε σπίτι μου. Εν πάμε πούποτε πλέον τζιαι άμα πάμε οπουδήποτε, η ώρα δώδεκα το πολλή νυστάζεις τζιαι θέλεις να φύουμε". Σάννα τζιαι έθελε να δικαιολογηθεί. Ακόμα τζιαι η ίδια εκαταλάβαινε ότι τούτο που του εζητούσε ήταν απρόσμενο τζιαι εγωιστικό.

"Κοίταξε, εν σημαίνει ότι εν σ’ αγαπώ. Ο Μάικ εσυνάρπασε με. Έκαμε με να νιώσω κάτι που έσιει χρόνια να το νιώσω. Τες τελευταίες μέρες εσυνδεθήκαμε πάρα πολλά τζιαι θέλω να είμαι ανοιχτή σε τζείνο που έσιει να μου δώκει. Μπορεί να σου ακούεται επιπόλαιο αλλά έτσι εν τα πράματα. Εν μπορώ να αλλάξω το πως νιώθω"

Ο Αντρέας εν έκαμε προσπάθεια να την μεταπείσει. Βαθιά μέσα του, ήξερε ότι η Αντωνία έκαμνε του χάρη που έφευκε έτσι.

Πέντε χρόνια εν εμπορούσε να κάμει τίποτε χωρίς την άδεια της, χωρίς να της το πει τζιαι να το εγκρίνει. Όι πως του είπε ποττέ, να μεν πάει έξω με τους φίλους του ή να μεν κάμει το δικό του. Πάντα είσιεν τον τρόπο της όμως να τους μειώνει τζιαι να τον κάμνει να νιώθει άσιημα.

"Οι φίλοι σου οι αχαΐρευτοι, οι φίλοι σου οι χασικλήες, οι φίλοι σου που νομίζουν ότι εν 18 χρονών ακόμα ενώ σχεδόν επατήσαν τα τριάντα".

Έτσι ο Αντρέας απέφευγε διακριτικά να θωρεί τους φίλους του. Απέφευγε ακόμα παραπάνω να την παίρνει μαζί του άμα θα ήταν τζιαι οι φίλοι του. Τζείνη είσιεν πάντα κατεβασμένα τα μούτρα της τζιαι εν εμιλούσε ποττέ.

Αμα επροσπαθούσε κάποιος να την προσεγγίσει ή να της πιάει κουβέντα, η Αντωνία, έβλεπε τον με ένα ψεύτικο χαμόγελο, μέσα που ένα παγωμένο γυαλί που έβαλλε μπροστά της. Ποττέ εν ανταπέδιδε τες φιλοφρονήσεις τζιαι ποττέ εν εδιούσε τροφή ή ευκαιρία για συζήτηση. Μια κούκλα, πίσω που μια βιτρίνα.

Ο Αντρέας έκαμνε προσπάθεια να τερκάσει μες το περιβάλλον της. Εδοκίμασε να μάθει λάτιν χορούς τζιαι να πηαίνει μαζί της στο Μάρκο Πόλο να χορεύκει. Έκοψε τα μαλλιά του τζιαι εξεκίνησε να βάλλει πουκάμισα στενά τζιαι παπούτσια, λουστρίνια, μουττερά.

Έφκεννεν έξω με την παρέα της. Εθώρεν παραπάνω φορές τα τιτίλλια τους φίλους της Αντωνίας, παρά τους παιδικούς του φίλους. Στες συζητήσεις μαζί τους, επροσπαθούσε να εκφέρει γνώμη. Ακόμα τζιαι αν το θέμα ήταν ηλίθιο τζιαι ανούσιο. Τζείνοι γενικά αντιμετωπίζαν τον σάννα τζιαι εν υπήρχε. Με ύφος "Που τον ήβρε τούτο η Αντωνία;" αγνοούσαν τον τζιαι εσυνεχίζαν την κουβέντα τους.

Πόσες νύχτες εκάθετουν πάνω σε μια καρέκλα, σιωπηλός, να σκέφτεται την παρέα του, τους φίλους του, την ζωή που έκαμνε πριν την Αντωνία. Μόλις όμως εθώρεν το πρόσωπο της, εμαγεύκετουν. Ένας διακόπτης μες το νού του, εγύριζε στο Off. Τζιαι η Αντωνία, εγίνετουν η ζωή του.

Έκλεισε την πόρτα πίσω της η Αντωνία τζιαι ο Αντρέας εμεινε μόνος του στο δωμάτιο πίσω που το σπίτι της μάνας του. Μετά που πέντε χρόνια. Μόνος του.

Έπιασε την κιθάρα του τζιαι εκούμπησε στον τοίχο. Εξεκίνησε να παίζει τες πρώτες συγχορδίες. "I keep a close watch on this heart of mine.." άναψε το μισό τσιγάρο που επερίμενε στο τασάκι που την προηγούμενη νύχτα. Εχαμογέλασε, μαζί με το τσιγάρο, ο διακόπτης εγύρισε στο On.


11
Feb 10

Τα νέα, 2018.

Ακούτε το δελτίο ειδήσεων από το ραδιόφωνο του ΡΙΚ.

Σαν σήμερα πριν 4 χρόνια, την πρώτη Ιανουαρίου 2014, και μετά απο την απόρριψη ενος νέου σχεδίου λύσης ΔΔΟ, η Ελληνοκυπριακή πλευρά αποσύρθηκε από το τραπέζι των συνομιλιών, διαμαρτυρόμενη για τις απαράδεκτες προτάσεις της Τουρκοκυπριακής πλευράς για μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε χαλαρή συνομοσπονδία δύο κρατών.

Στο ψεσινό διάγγελμα του, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κος Γιαννάκης Ομήρου αναφέρθηκε ανάμεσα σε άλλα, στις προκλήσεις που καλείτε να αντιμετωπίσει ο Κυπριακός Ελληνισμός. "Η Κύπρος δεν έχει διχοτομηθεί" δήλωσε ο πρόεδρος "θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση με σωστό περιεχόμενο".

Σχολιάζοντας την πρόσφατη αναγνώριση της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου από την πλειονότητα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις ΗΠΑ, είπε "Διαμαρτυρόμαστε για αυτή την οργανωμένη και συγχρονισμένη προσπάθεια που σκοπό έχει να λυγίσει τον Ελληνισμό της Κύπρου και θα καταγγείλουμε την πράξη αυτή στο συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ". Επαναλαμβάνοντας τα λόγια του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου, ο Κος Ομήρου είπε "Να μου έχετε εμπιστοσύνη".

Σε άλλες δηλώσεις, ο πρόεδρος της βουλής Κος Ζαχαρίας Κουλίας, απάντησε σκληρά στην κριτική που δέχεται η κυβέρνηση από την αντιπολίτευση δηλώνοντας "Αν αφήναμε την μοίρα αυτού του τόπου στους νενέκους, σήμερα δεν θα είχαμε την Δημοκρατία της Κύπρου, έστω και μισή, αλλά ένα ανισόρροπο, τερατούργημα, υποχείριο των Τούρκων, όπως εκφραζόταν μέσα από το σχέδιο Ανάν".

Ο υπουργός εξωτερικών Κος Δημήτρης Συλλούρης, συναντήθηκε σήμερα με τον Αιθίοπα ομόλογο του Κο Νταμπίρ Ασσέφα ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι η Αιθιοπία δεν πρόκειται να συνάψει εμπορικές σχέσεις με την ΤΔΒΚ. Η συνάντηση έγινε στα πλαίσια της προσπάθειας της Δημοκρατίας να μπλοκάρει την ανοδική πορεία των εμπορικών σχέσεων της ΤΔΒΚ με άλλα κράτη. Η ΤΔΒΚ έχει συνάψει εμπορικές συμφωνίες με πάνω από 60 κράτη ανά το παγκόσμιο, ανάμεσα τους και 25 από τα 30 μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο προκαθήμενος της Εκκλησίας, δήλωσε σήμερα στο σταθμό μας ότι το καινούργιο water park/mall/εκκλησία θα τελειώσει μέχρι τον ερχόμενο Απρίλη για να προλάβουν οι πιστοί να εκκλησιαστούν για το Πάσχα και να βουττήσουν μόλις σφίξουν οι πυράες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το γιγαντιαίο αυτό κτίσμα θα είναι το μεγαλύτερο στην μέση Ανατολή και θα ξεπεράσει σε μέγεθος και αυτό του Ντουμπάι.

Αντιτιθέμενες οργανώσεις συγκεντρώθηκαν για ακόμα μια φορά έξω από τα νέα γραφεία της Αρχιεπισκοπής στο Latsia Business Center, διαμαρτυρόμενες για την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος της χερσονήσου του Ακάμα και απαιτώντας την άμεση αναστολή των εργασιών.

Καλούμενος να σχολιάσει ο Αρχιεπίσκοπος δήλωσε “Η εκκλησία/mall/waterpark θα τελειώσει και θα στέκεται, περήφανο λίκνο του Ελληνισμού και της θρησκείας μας για να πληγώνει τις καρδιές όλων αυτών που πολεμούν τον θεό. Όσοι δεν βουττήσουν στο νέο ride “Ο θεός να μας σώσει” θα πάν στην κόλαση.”

Αντιδράσεις έχει προκαλέσει επίσης η δήλωση του επίσκοπου Πάφου ότι θα απαγορεύεται η είσοδος σε Τουρκοκύπριους, ψηφοφόρους του ΑΚΕΛ, σε όσους είπαν ναι σε σχέδια λύσης, σε όσους είπαν όχι αλλά δεν ήταν βροντερό και σε όσους έχουν σίηλλο που τον λαλούν μπλάκκη ή ττόμη.

Στις αθλητικές ειδήσεις. Πρωταθλήτρια Χειμώνα στέφθηκε για ακόμα μια φορά η ΠΑΕΕΚ…


08
Feb 10

Απουσία

Εσχόλασε που την δουλεία, αλλά εν εβάσταν η καρδιά του να πάει σπίτι. Οι τελευταίες δέκα μέρες είναι μαρτύριο. Το σπίτι μοιάζει με φυλακή χωρίς τζείνη. Επικρατεί μια αμήχανη σιωπή, όπως το νεκροταφείο. Τζιαι στην ατμόσφαιρα νιώθει συνέχεια ότι κάτι εννα αλλάξει. Να χτυπήσει το τηλέφωνο, η πόρτα, να ακούσει βήματα. Κάτι που να σπάσει την μελαγχολία που τον πνίει.

Τίποτε όμως. Τζιαι οι ώρες περνούν, σαν ανθρωπάκια περπατούν μπροστά που την πολυθρόνα του, τζιαι η κάθε μια με τη σειρά της συστήνεται τζιαι κάθετε πάνω στο ξύλινο σιέρι της.

Κάθετε τζιαμέ τζιαι θωρεί τον μες τα μάθκια. Ώσπου να περάσει η σειρά της τζιαι να την αλλάξει η άλλη ώρα. Δέκα μέρες τωρά, εγνώρισε τες ούλλες. Τρείς το πρωί, πέντε το πρωί, έντεκα την νύχτα.

Η κάθε μια πιο αναίσθητη τζιαι πιο σκληρή που την προηγούμενη. Συνεχόμενα τζιαι σταθερά, μεταφέρουν την στιγμή που εννα ακούσει νέα της, ακόμα μακρύτερα.

Το σπίτι που πριν λλίο τζιαιρό ήταν το καταφύγιο του. Τωρά έγινε ένα παγωμένο τζιαι αφιλόξενο μέρος. Ούλλα πληγώνουν τον, ούλλα θυμίζουν του κάτι. Τζιαι καμιά γωνιά εν μπορεί να τον κρύψει, να τον προστατέψει. Τζοιμάτε ελάχιστα, σκέφτεται πολλά, κλαίει ακόμα παραπάνω.

Προτιμά να μεν μινήσκει μόνος του. Ο κόσμος βοηθά τον να ξεχάννει λλίο.

Νιώθει σάννα τζιαι εν πάνω σε μια σχεδία, στην μέση της θάλασσας. Ο κόσμος σε ένα καράβι που απομακρύνεται τζιαι τζείνος να πλατσουρίζει άτσαλα να το φτάσει. Βοηθά τον να συγκεντρώνεται αλλού, τούτη η προσπάθεια.

Προσπαθεί λοιπόν τούτη την μακρινή σχέση που έσιει πλέον με τον κόσμο, να την διατηρεί για όση παραπάνω ώρα γίνεται.

Επέρασε που το μπάρ. Έλπιζε να έσιει κόσμο. Έλπιζε επίσης να έρτει κάποιος να τον ρωτήσει, τι έσιει, τι του συμβαίνει. Σε κάποιον να ανοίξει την ψυσιή του τζιαι να του πεί. Ότι η γενέκα που αγαπούσε παραπάνω που οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, έφυε. Εμάζεψε τα πράματα της μια μέρα τζιαι έφυε. Εν είπε ούτε που πάει, ούτε αν θα ξαναέρτει πίσω.

Στον καναπέ στην γωνιά, λλίο πιο κάτω που ένα παλιό, κόκκινο φωτιστικό, εκάθετουν κάποιος γνωστός, παρέα με μια κοπελιά. Έκατσε τζιαι τζείνος λλίο σε ένα στούλ, με το πρόσωπο γυρισμένο προς το μπαρ, να μεν φανεί αδιάκριτος.

Με μικρές, κυκλικές κινήσεις, έπαιζε με το ποτήρι της μπύρας. Εθώρεν τον αφρό που εταξίδευκε, παγιδευμένος μέσα στο γυαλί, τζιαι ένιωσε τες σκέψεις του να σταματούν για λλίο. Ηρέμισε, για μερικά λεπτά εξέχασε.

Η λύπη όμως εν τον εξέχασε τζιαι το πρόσωπο του απότομα άρχισε να λίωνει. Τα μάθκια του, εστάζαν παράπονο τζιαι το κορμί του έτοιμο να εκραγεί. Έφυε βιαστικά που το μπαρ τζιαι εξεκίνησε να πάει σπίτι του.

Εξεκλείδωσε την εξώπορτα τζιαι εστάθηκε στην είσοδο. Το σπίτι εμύριζε καπνό τζιαι κλεισούρα.

Έκατσε σταυροπόδι στην πολυθρόνα του. Ούλλο το μαράζι της γης, απλώθηκε σαν σεντόνι πάνω στο κορμί του. Αργά την νύχτα, είδε την να κάθετε στον απέναντι καναπέ τζιαι να σπρώχνει τα κοντά της μαλλιά πίσω που το αυτί της.

Θυμήθηκε που την εκρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του. Ίσως να μεν την εκρατούσε όσο σφιχτά έπρεπε.