«Τούτα τα φαινόμενα του ρατσισμού τζαι του ακραίου εθνικισμού, εμφανίζουνται μέσα που την αστάθεια τζαι την αβεβαιότητα. Άμα υπάρχει κάποιο πρόβλημα, βρέθουνται τούτοι οι τύποι με τες στρατιωτικές παρατάξεις, που υποστηρίζουν ότι η αιτία των προβλημάτων μας εν οι ξένοι.»
Ο Γιώργος άκουε με ενδιαφέρον τον συνάδελφο του. Έγειρε πίσω στην καρέκλα του τζαι έπιασε την σκυτάλη της συνομιλίας. «Φίλε, τούτοι γονατούν πας τον εκνευρισμό τζαι την απελπισία του κόσμου. Δείχνουν εύκολους στόχους τζαι στρέφουν την προσοχή των απλών ανθρώπων μακριά που την πραγματικότητα. Φταιν τους μετανάστες τζαι όχι τους τραπεζίτες τζαι τους πολιτικούς που τρων τόσα χρόνια που το πλευρό μας. Εγώ νομίζω ότι τους πολιτικούς βολεύκει τους η κατάσταση. Βοηθά στο να στρέφουνται τα μάθκια μακριά που τζείνους. Ο λόγος που ήρταμε ως δαμέ, έννεν οι μετανάστες.»
Στην συζήτηση, επενέβηκε η Λένια. «Εν τούτοι οι βρωμοξένοι που φταιν τζαι κανένας άλλος! Εγώ έχω ένα ανιψιό, που έσιει θκυό μωρά. Εθκιώξαν τον που την δουλειά, τζαι επίαν χτίστες που την Συρία. Εκόψαν τζαι τα επιδόματα. Τωρά που εννα πάει να σταθεί ο άνθρωπος; Πως εννα αναγιώσει τα κοπελλούθκια του;». Σαστισμένος, ο Γιώργος εγύρισε πάνω της τζαι ερώτησε την «Τζαι ποιος εν που φταίει, Λένια για τούτη τη κατάσταση;»
Η Λένια εσυκώθηκε πάνω. Τα μμάθκια εγινήκαν θκυο κομμάθκια γυαλί τζαι οι βούτζιες της εκοτζινήσαν όπως τα σίδερα άμα βράζουν. Ανέμισε το σιέρι της τζαι εφώναξε. «Εν τούτη η κυβέρνηση που φταίει, που μας εγέμωσε Τούρκους τζαι αλλοδαπούς τζαι λαθρομετανάστες τζαι πολιτικούς πρόσφυγες. Τζαι εμάς τους Έλληνες άφηκε μας τζαι πεινούμε. Χωρίς στον ήλιο μοίρα.». Εσυνέχισε το λογύδριο της αυξάνοντας την ένταση. Όσο εσιωπούσεν ο Γιώργος, τόσο ένωθε ότι μια αόρατη δύναμη εδίαν της δίκαιο τζαι τόσο παραπάνω εφώναζε. Ένας ποταμός, λέξεων που το μόνο που εξεχώριζε ήταν ξιτιμασιές, κατάρες τζαι σιήλιες φορές ειπωμένα στερεότυπα.
Όπως εμίλαν ο Γιώργος εσυκώθηκε τζαι επήε μες τα μούτρα της. «Κυρία Λένια, τούτη η συζήτηση προσβάλλει με. Ο τζίηρης μου εμένα, ήταν χρόνια μετανάστης.». Ξαφνιασμένη, η Λένια, λαλεί του «Που ήταν μετανάστης ο τζιήρης σου;», λαλεί της, «Στην Σαουδική, στην Λιβύη, στην Νιγηρία. Όπου είσιεν δουλειά μετα το ’74 επήεν. Εκουβάλαν τζαι γενέκα τζαι κοπελλούθκια μαζί.»
Η Λένια άνοιξε το στόμα της, λόγια όμως εν είσιεν να πει. Σάννα τζαι κάποιος επάτησε το mute. Εμετάνωσε τζαι χωρίς να μπορεί να χειριστεί την κατάσταση, έκατσε στην καρέκλα της τζαι εξεκίνησε να πληκτρολογά. Σάννα τζαι εν εσυνέβηκε τίποτε. Ο Γιώργος εθυμήθηκε ένα τοίχο που έγραφε «Οι παππούες μας πρόσφυγες, οι γονιοί μας μετανάστες, εμείς ρατσιστές».
H Λένια θα μπορούσεν να σσιωπήσει τζιαι με κάτι άλλον! Όταν κλαίεται δεν λαλεί γιατί ο μάστρος του ανηψιού της δεν τον θέλει τζιαι πιάννει τους χτιστάες που την Συρίαν δεν τα λαλεί ούλλα.
Εγώ ξέρω πλάσματα που μέχρι το 2009 επηαίνναν δουλειάν στα χτίσματα ανειδίκευτοι τζιαι υπαγορεύαν τζιεινοι τον μισθόν (380 λίρες την εφτομάαν καθαρά). Οι πρώτοι που εφύαν που την δουλειάν ήταν τζιείνοι. Γιατί; Γιατί εσπάσαν τον μάστρον τους, την μιαν έρκουνταν δουλειάν η ώρα 10 διότι επααίνναν να στήσουν βερκά, την άλλην η ώρα 9:30 διότι επηαίνναν να συνάξουν τα αμπεροπούλια, την άλλην δεν επααίνναν καθόλου διότι ήταν η πρώτη εφτομάδα του τζιυνηού. Τζιαι άμαν ήταν να αρρωστήσουν με την γρίππην είχαν τζιαι την αφέλειαν να το λαλούν του μάστρου τους που την προηγούμενην διότι “ενώθαν το συνάχιν που έρκετουν”. Έβρισσεν ο μάστρος διότι δεν έβρισκεν άλλους καλλύττερους. Όταν εκάτσαν λλίον οι δουλειές ασσιχτίρισεν τους. Ποιός θα τους πιάσει τούτους δουλειαν τωρά; Όταν επηαίνναν σκολείον δεν τα πέρναν τζιαι φκήκαν που την πρώτην λυκείου. Όταν επήαν τέχνην δεν τους έκοφτεν τζιαι εμείναν ξύλα απελέτζιτα, με μιστρίν ηξέρουν να δουλέψουν καλά, με τούβλον να βάλουν ίσια. Αρκάτες να κουβαλούν σίκλες με πιλόν τζιαι να καθαρίζουν το εργοτάξιον εκαταφέρναν τα, αλλά άμαν εν ήταν πιωμένοι που την προηγούμενην ή όταν δεν εξαγρυπνήσαν εις το τζιυνήιν. Τί θα κάμουν τωρά; Έχουν άλλην επιλογήν που το να μισούν τους Ρουμάνους για να καθαρίσουν;
Δεν λαλώ ότι όσοι είναι άνεργοι είναι άχρηστοι. Αυτόν το λαλούν οι πλούσιες Λένιες που αντιπαθούν τους συντεχνιακούς. Οι παραπάνω όμως που είναι άχρηστοι είναι άνεργοι. Με τον ίδιον τρόπον που οι παραπάνω επιχειρηματίες που είναι άχρηστοι ή αεριτζίες επαττήσαν.
Μιάν εφτομάδαν στην Κύπρον της οικονομικής κρίσης, όποιον άκουσα να κλαίεται, όταν τον έπιασα ποτζιεί – ποδά έφκαλεν μου στοιχεία που με εξέπληξαν.
Έχουμεν οικονομικήν κρίσην πέ της Λένιας, τζιαι όποιος δεν καταλάβει που τούτα τα πράματα, να σσιωπά τζιαι να πααίννει πας το ίντερνετ να θκιαβάζει για να μάθει τζιαι να καταλάβει.
Έτσι να συμμετάσχω τζιαι γώ στην συζήτησην των χαραχτήρων της ιστορίας σου 🙂