Ο Παναγιώτης

Είχα δει τον Παναγιώτη να αράζει έξω που το σουβλιτζίδικο του τζαι να χαζεύκει. Μεσημέρι, τζιαμέ που άλλοτε ήταν πνιμένος της δουλειάς, τζείνη τη μέρα απλά εκάθετουν τζαι εθώρεν τα αυτοκίνητα που ερέσσαν.

Την ώρα που επερνούσα, εκούμπαν πίσω τζαι εχάζευκε τον ουρανό. Εν με είσιεν δει.

Εκοντοστάθηκα, «Γεια σου γείτο!», είπα. «Γεια σου αγόρι μου» απάντησε χαμογελαστός. Σαν να  τζαι εν ήθελε να ανοίξει κουβέντα μαζί μου, έπιασε το κινητό του τζαι άρκεψε να ποσκολιέται. Οι κινήσεις του νευρικές. Εφάνηκε μου βιαστικός τζιαι λλίο απότομος. Εν έδωσα σημασία.

Το σουβλιτζίδικο άνοιξε πριν 2 χρόνια, τζαι κάθε μεσημέρι εγίνετουν πανζουρλισμός. Κόσμος που τα γραφεία γύρω επερίμενε να πιάσει σουβλάκια τζαι άλλοι τόσοι εκάθουνταν στα τραπέζια να τους σερβίρει. Το πιο σύντομο που σου ελαλέν για να σου ετοιμάσει την παραγγελία, ήταν 40 λεπτά. Ούτε λόγος για ντελίβερι, «Τα σουβλάκια πρέπει να τα τρώεις την ώρα που τα φκάλλω που το σουγλί», ελάλεν.

Τα σουβλάκια του Παναγιώτη, εφκάλαν γλήορα καλό όνομα στην περιοχή. Εβουττούσεν τα σε μια σάλτσα, δικής του επινόησης, τις οποίας τα υλικά δεν ελάλεν. Εσύγκοψα ότι πρέπει να είσιεν μέσα τομάτα τζαι γιαούρτι. Ότι τζαι να είσιεν μέσα πάντως, τα σουβλάκια του ήταν λουκούμι τα μαυρογέριμα.

Την πρώτη φορά που τον εγνώρισα, ερώτησε με τι δουλειά κάμνω. «Ασχολούμαι με υπολογιστές» είπα. «Μα κκοπιούτερ τζαι πελλάρες;» απάντησε «ύστερα που λλία χρόνια εν θα βρίσκετε δουλειά, αφού πλέον ούλλα εν μες το ίττερνετ, ποιος εννα σας έσιει ανάγκη εσάς;».

Εντζίστηκα λλίο για να είμαι ειλικρινής τζαι ήταν στην άκρα της γλώσσας μου να του πω άσιημη κουβέντα. Έδωκα πάντα στον θυμό όμως, εχαμογέλασα τζαι επήρα το σαν αστείο. Όντως αποδείχτηκε καλή κίνηση. Αναπτύξαμε την καθαρά Κυπριακή σχέση πελάτη/σουβλιτζιή τζαι  όποτε επάεενα τζιαμέ ετζιέρνα μου μπύρα τζαι έβαλλε μου καμιά μιλλού παραπάνω μες την πίττα μου.

«Άμα σταματήσει η γη να γυρίζει, εννα σταματήσει τζαι ο Κυπραίος να τρώει σουβλάκια» είπε μου μόλις άρκεψε η κρίση «εμείς εν φοούμαστε». Όσο εμεγάλωνε η κρίση όμως, τόσο ελλιάνισκεν ο κόσμος στο σουβλιτζίδικο. Τζιαμέ που ετρώαν θκυό τζαι τρείς φορές την εβδομάδα, τωρά τρων μια, θκυό φορές τον μήνα.

Τον περασμένο μήνα έθκιωξε τους υπαλλήλους του. Την περασμένη εβδομάδα είδα τον να μοιράζει διαφημιστικά φυλλάδια στον δρόμο. Εχτές η περιπτερού, είπε μου ότι επούλησε τον εξοπλισμό του τζαι ψάχνει δουλειά.

Τζείνη τη μέρα που τον είδα εφοάτουν μήπως τζιαι ρωτήσω τον, τι κάμνει τζιαμέ, πως παν οι δουλειές. Τι να μου ελάλεν, ότι η κοινωνία πλέον, αντί να τρώει σουβλάκια, τρώει ανθρώπους;

Tags: , ,

1 comment

  1. Τζιαι βάσταξε. Ακόμα εν εκόψαν μισθόν που τους δημοσίους.

    Τζιείνον που θέλω δεν είναι να κόψουν τα σουβλάκια οι δημόσιοι αλλά τες εφημερίδες. Τζιαι να τρώει σουβλάκια ο κόσμος για να παν να γινούν οι δημοσιογράφοι σουβλητζιήδες. Να μάθουν να φτήννουν πας τους δημοσίους υπαλλήλους. Διότι να τους καταραστώ τζιαι τζιείνους να γινούν άνεργοι εν το λαλεί η καρκιά μου. Διότι αν επουληθήκαν στο σχέδιον που θέλει αναδιανομήν του πλούτου (τζιαι αναμεταξύ των χωρών τζιαι αναμεταξύ των κοινωνικών τάξεων) τζιαι κάμνουν κρα-κρα όποτε η Ευρωπαϊκή τρόικα κάμνει κρά, είντα φταιν οι οικογένειες τους τζιαι τα κοπελλούθκια τους.

    Θα μου πεις ο Κύριος Παναγιώτης τί φταίει τζιαι πρέπει να περάσει πρώτος που το treatment που θα γιάνει την οικονομίαν.

    Άσε…

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *