Σε ένα μοντέρνο καφενέ, πουτούτους που εγέμωσε ο τόπος τωρά, εκάθουμουν τις προάλλες με κάτι φίλους. «Τι εννα πιείς;» με ερώτησε ο ευγενικός χίπστερ σερβιτόρος, με το ριχταρένιο παντελόνι τζαι την φανέλλα, με την έξυπνη ατάκα.
Αμήχανα, σαστισμένα επαρατήρησα γυρώ μου. «Ότι πίννει ο Νικόλας» απάντησα.
«Ένα μπράντυ σάουαρ καλό.» είπε ο σερβιτόρος φιλικά τζαι απομακρύνθηκε.
Το μπράντυ σάουαρ. Θυμούμαι μια απομακρυσμένη εικόνα, του παπά μου να πίννει κάτι τέθκοιο σε ψαροταβέρνα της Πάφου, αλόπως με κανένα θκείο μου ή κανένα συγγενή που το εξωτερικό. Μόνο το όνομα, θυμίζει Κυπριακή ογδοντίλλα, μουστάτζια, ανοιχτά πουκάμισα, παντόφλες ντόλφιν τζαι πατερυμήν.
Το ίντερνετ, λαλεί ότι ήταν εφεύρεση του ΚΟΤ ως εθνικό κοκταίηλ της Κύπρου, τότε που ανθούσε ο τουρισμός στην Αγία Νάπα τζαι την Λεμεσό. Η Κούβα έσιει τες καιπιρίνιες, η Ισπανία τες σανγκριές, το Μεξικό τες μαργαρίτες τζιαι εμείς τα μπράντυ σάουαρ.
Είχα το αποτυχημένο σαν ποτό τζιαι για να είμαι ειλικρινής είχα ξεχάσει ότι υπήρχε. Τζαι όμως, είναι ένα που τα ποτά (όπως άκουσα) που δικαιούνται να σερβίρουν τα καφενεία. Επίσης, είναι πολλά δημοφιλές σαν ποτό πλέον, επειδή αποτελείται που φτηνά, Κυπριακά υλικά τζιαι η τιμή του εν χαμηλή. Σκεφτείτε, αλλού θέλουν οκτώ τζαι εννιά Ευρώ, για ποτά όπως το μοχίτο τζιαι παρόμοιες σούπαμούπες, για το μπράντυ σάουαρ θέλουν θκύο τζιαι τρία.
Εδοκίμασα το μετά που χρόνια τζαι εκατέληξα να πιώ τέσσερα. Είναι πράγματι πολλά ωραίο. Εσυνδιάσαμε το με χαλλουμοπιττουές τζαι με κούννες του φυστουτζιού.
Τούτη η κρίση, ανάγκασε μας να ξεθάψουμε που το παρελθόν πολλά πράματα. Εγώ σιέρουμαι που γίνετε τούτη η στροφή στα Κυπριακά προϊόντα τζαι στες παλιές συνήθειες. Γουστάρω που έσιει καφενεία πλέον, με ευγενικούς, χίπστερ, νεαρούς σερβιτόρους τζιαι γκαρσόνες φοιτήτριες βγαλμένες που τραγούδι του Δεληβοριά. Αρέσκει μου που μπορώ να πιώ σουμάδα, καφέ Κυπριακό, τριαντάφυλλο με το γάλα τζαι όπως ανακάλυψα πρόσφατα, μπράντυ σάουαρ.
Εμένα τούτη η ατμόσφαιρα, προσφέρει μου μια οικειότητα. Σαν μια παλιά, αγαπημένη φωτογραφία. Όπως την εικόνα του παπά μου να πίννει ποτό.
Τούτη η κατάσταση ίσως να εν η ευκαιρία, η αρκή της μετάβασης σε μια πιο ειλικρινή μια πιο αυθεντική εποχή. Ναι, καταλαβαίνω ότι τούτα ούλλα ίσως να εν τζαι αποτέλεσμα μιας επίκαιρης μόδας, αλλά τούτο δεν αναιρεί τα θετικά αποτελέσματα που ίσως να έσιει στην κοινωνία.
Η γνώμη μου εν ότι, η κουλτούρα των λαών τζαι η ταυτότητα τους εν συνυφασμένη με το τι τρων τζιαι τι πίννουν. Εν γιαυτό τζια που οι κουζίνες, χαρακτηρίζουνται που την χώρα προέλευσης τους (Ιταλική, Κινέζικη κλπ). Νιώθω ότι, άμα ο κόσμος παραγγέλλει μπράντυ σάουαρ τζαι σουμάδα, αποδέχεται επιτέλους ότι εν Κυπραίος.
Ελπίζω μόνο το σχόλιο μου να μεν προκαλέσει αύξηση αυτοκτονιών δια της πόσης…
Δώστε προσοχή στους στίχοι:
http://www.youtube.com/watch?v=80zL1o1W4-M
Πιό παλιά στην παλιά Λευκωσία έμπαιννε ο τύπος μες το μπαρ με τες Ρωσσίδες τζι’ ελάλεν: “Βάλ’ έναν πράντυ σαριβάουαρ τζιαι βαρ’ τζιαι του π…ου ήνταμπον να πκιεί.”
Επεράσαμεν που τα χρόνια του μοχίτο τζιαι του Καγιέν στα χρόνια του μπράντυ σάουαρ; Μπορεί ναν ογδοντίλλα, αλλά εν η δική μας ογδοντίλλα :-). Ωραίο το μπλογκ σου-σιαίρουμαι που το είδα.
Μάριος
Mono ena kafeneio to eservirisken prin na ginei moda…psa3e to llio daimonie blogger…
@X:Το Prozak;
Το επλήρωσα 7.50 ευρώ σε ένα που τούτα τα νέα τα μπαράκια, που υποτίθεται ότι εν τζιαι εναλλακτικό (ενννεν μέσα στο τρίγωνο Λήδρας – Ονασαγόρου – Φανερωμένης). Το λάθος μου είναι πως δεν είδα τον κατάλογο πριν παραγγείλω.