Λυπάμαι που δεν έγινα μια θάλασσα για σένα
Να με κοιτάς νοσταλγικά με τα μαλλιά βρεγμένα
Λυπάμαι που δεν έγινα Σαχάρα να ουρλιάζεις
Κάτω από τ’ άστρα από χαρά να κλαις, ν’ ανατριχιάζεις
Λυπάμαι που δεν έγινα βράχος να ξαποστάσεις
Βότσαλο αψηλάφητο να σκύψεις να το πιάσεις
Είναι που όλα ήρθαν αργά και πώς να συνηθίσω
Την άπειρή σου ομορφιά, τον τρυφερό σου ίσκιο
Είναι που όλα ήρθαν αργά και πώς να συνηθίσω
Την άπειρή σου ομορφιά μαράθηκα πριν ζήσω
Πολλούς θανάτους έζησα μα σαν κι αυτόν για σένα
Πολλούς θανάτους έζησα μα σαν κι αυτόν κανένα
Και για να συνεχίσω, ένα που τα πλέον αγαπημένα μου:
Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
μες στην κρύα μου κάμαρα όπως έζησα: μόνος·
στη στερνή αγωνία μου τη βροχή θε ν’ ακούω
και τους γνώριμους θόρυβους που σκορπάει ο δρόμος.
Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
μέσα σ’ έπιπλα ξένα και σε σκόρπια βιβλία,
θα με βρουν στο κρεβάτι μου, θε να ‘ρθή ο αστυνόμος,
θα με θάψουν σαν άνθρωπο που δεν είχε ιστορία.
Απ’ τους φίλους που παίζαμε πότε πότε χαρτιά
θα ρωτήσει κανένας τους έτσι απλά: “Τον Ουράνη
μην τον είδε κανείς; Έχει μέρες που χάθηκε…”.
Θ’ απαντήσει άλλος παίζοντας: “Μ’ αυτός έχει πεθάνει!”.
Μια στιγμή θ’ απομείνουνε τα χαρτιά τους κρατώντας,
θα κουνίσουν περίλυπα και σιγά το κεφάλι·
θε να πουν: “Τι ‘ναι ο άνθρωπος! Χθες ακόμα εζούσε…”.
– και βουβοί στο παιχνίδι τους θα βαλθούνε και πάλι.
Κάποιος θα ‘ναι συνάδελφος στα “ψιλά” που θα γράψη
πως “προώρως απέθανεν ο Ουράνης στην ξένην,
νέος γνωστός στους κύκλους μας, που κάποτε είχε εκδώσει
μια συλλογή ποιήματα πολλά υποσχομένην”.
Κι αυτή θα ‘ναι η μόνη του θανάτου μου μνεία.
Στο χωριό μου θα κλάψουνε μόνο οι γέροι γονιοί μου
και θα κάνουν μνημόσυνο με περίσσιους παπάδες,
όπου θα ‘ ναι όλοι οι φίλοι μου – κι ίσως ίσως οι οχτροί μου.
Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
σε μια κάμαρα ξένη, στο πολύβοο Παρίσι·
και μια Κέττυ, θαρρώντας πως την ξέχασα γι’ άλλην,
θα μου γράψει ένα γράμμα – και νεκρό θα με βρίση…
@joshua: to kalytero kommati twn krinwn pou ton kalytero tous ‘disko’
Πρέπει να είστε πάντα μεθυσμένοι. Αυτό είναι το παν, είναι το μοναδικό ζήτημα. Για να μη νοιώθετε το τρομερό φορτίο του Χρόνου που τσακίζει τους ώμους σας και σας γέρνει προς τη γη, πρέπει να μεθάτε χωρίς ανάπαυλα.
Αλλά από τι? Από κρασί, από ποίηση ή από αρετή, όπως προτιμάτε. Αλλά μεθύστε.
Και αν κάποτε, στα σκαλοπάτια ενός μεγάρου, πάνω στο πράσινο χορτάρι ενός χαντακιού, μέσα στη μελαγχολική μοναξιά του δωματίου σας, αν ξυπνήσετε, αφού η μέθη θα έχει ήδη ελαττωθεί ή εξαφανιστεί, ρωτήστε τον άνεμο, το κύμα, το αστέρι, το πουλί, το ρολόι, ό,τι φεύγει, ό,τι αναστενάζει, ό,τι κυλάει, ό,τι τραγουδάει, ό,τι μιλάει, ρωτήστε τι ώρα είναι.
Και ο άνεμος, το κύμα, το αστέρι, το πουλί, το αστέρι θα σας απαντήσουν: “Είναι ώρα για να μεθύσετε! Για να μην είστε οι βασανισμένοι σκλάβοι του Χρόνου, μεθάτε αδιάκοπα. Από κρασί, από ποίηση ή από αρετή, όπως προτιμάτε.”
Θάνος Ανεστόπουλος..Στιχοι Κάρολος Μποντλέρ..
καλησπέρα.. έχω μια ερώτηση.. βρήκα μια απαγγελία του Ανεστόπουλου (Μεθύστε) και θέλω να μάθω ποιο τραγούδι ακούγεται από πίσω..μπορείτε να με βοηθήσετε γιατί ψάχνω το κομμάτι απελπισμένα; ευχαριστώ εκ των προτέρων.
ke ego psaxno auto to tragoudi alla prepi na ine diko tou..
to agapimeno mou apo krina ine to valte na pioume
βαλτε να πιουμε
Τα όνειρα που βυζάξαμε με της καρδιάς μας το αίμα
πέταξαν και χαθήκανε μες της ζωής το ρέμα.
Μα τάχα εμείς παντοτινά τ’ άφθαστα θα ζητούμε
Βάλτε να πιούμε
Τα περασμένα σβήσανε, το τώρα δε θα μείνει
τροφή των χοίρων έγιναν και οι πιο λευκοί μας κρίνοι
μα τάχα πρέπει τους νεκρούς αιώνια να θρηνούμε;
Βάλτε να πιούμε
Αδέλφια κάτω η βάρκα μας στο μόλο μας προσμένει
Ελάτε οι ταξιδιάριδες να πιούμε συναγμένοι
στο περιγιάλι το φαιδρό κι ας γλεντοτραγουδούμε
Βάλτε να πιούμε
Τάχατε κι όποιος δε μεθά κι όποιος δεν τραγουδήσει
κι όποιος στ’ αγκάθια περπατά μια μέρα δεν θ’ αφήσει
τ’ αγαπημένο μας νησί που έτσι γερά πατούμε
Βάλτε να πιούμε
Πες μας που πάει ο άνθρωπος τον κόσμο σαν αφήνει
πες μας που πάει ο άνεμος, που πάει η φωτιά σαν σβήνει
σκιές ονείρων είμαστε, σύννεφα που περνούμε
Βάλτε να πιούμε
Στο ξέχειλο ποτήρι μας είναι όλα εκεί γραμμένα
Καπνοί ‘ναι τα μελλούμενα κι αφρός τα περασμένα
καπνός κι αφρός το γέλιο μας κι εμείς που τραγουδούμε
Βάλτε να πιούμε
Ακουσε δε βιαζόμαστε να φύγουμε βαρκάρη
μα σαν είναι ώρα γνέψε μας, δε σου ζητούμε χάρη
μα όσο να φύγεις πρόσμενε κι αν θέλεις σε κερνούμε
Βάλτε να πιούμε
μουσικη: διαφανα κρινa
στιχοι: κ. καρθαιου
Εξαίρετη αίσθηση δροσιάς , θετικής σκέψης , ανθρώπινο, γλυκό , τέλειο!
@argaleios
opws egrapse kai o rakendytos pio panw i apaggeleia einai apo poiima tou Baudlaire
i mousiki ependisi pou akougete pisw fantazomai einai sinthesi tou anestopoulou gia na sinodefsi tin apaggelia ka8ws meta to 1998 ekane kati apopeires sta pliktra. opote den iparxei san aftotelis tragoudi.
kai mena to agaphmeno mou einai to valte na pioume
omorfo tragoudi mas 8umises
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΔΕ ΘΑ ΔΩ
Μουσική: Διάφανα Κρίνα, Στίχοι: Παντελής Ροδοστόγλου
Κάποιος έτρεχε στο πλήθος
κάποιος άλλος όχι εγώ
εγώ τάϊζα τους λύκους
και κοιμόμουν στο βουνό
Κάποιος μου ‘κλεψε τα χρόνια
και μου πήρε τη ψυχή
εγώ άκουγα τ’ αηδόνια
κι έπινα γλυκό κρασί.
Κάποιος ζούσε τη ζωή μου
μες το σπίτι μου είχε μπει
τον κοιτούσα απ’ το φεγγίτη
που ‘στρωνε να κοιμηθεί.
Κάποιος έκλεγε με τύψεις
για όσα πρόδωσα εγώ
για όλα αυτά που ‘χα αγαπήσει
για όλα αυτά που δε θα δω.
Κάποιος φεύγει μ’ ένα πλοίο
κάποιος που δεν είμαι ‘γω
στη προβλήτα μες το κρύο
λυπημένα τον κοιτώ.
Αρέσκει μου που βρίσκω κόσμο που ακούει Κρίνα. Οι ανθρώποι ειναι φοβεροί. Είμαι 25 τζαι άκουά τους που το γυμνάσιο. Προχτες εξεκίνησε να τους ακούει τζαι ο αρφος μου ο οποίος βάλλει μου 7 χρόνια τζαι ενθουσιάστηκε. Επαραίτησε να ακούει τες ελαφρομαλακίες που άκουε. Είπα του τζαι γω κάλλιον αργα παρα ποτε.
Μετά από αυτό ακούμε και της Αρβανιτάκη το “Ζωη κλεμμένη” και φουντάρουμε στο κενό.